Ελάχιστα ζητήματα μπορούν να θεωρηθούν ως μονοπαραγοντικά και να τύχουν εξέτασης ανεξάρτητα από παράπλευρες επιρροές.

Το σημερινό θέμα δεν είναι «σωστό» να το εξετάσουμε χωρίς πρωτύτερα να έχουμε ξεδιαλύνει την ύπαρξη του χρήματος μέσο χρέους , την ύπαρξη χρέους λόγω χρήματος ,την έκδοση χρήματος για πληρωμή φόρων, τη σχέση της πίστης με το χρήμα , τη δυνατότητα δημιουργίας χρήματος με εγγενή αξία ή όχι , το ρόλο των κεντρικών τραπεζών , τον προσδιορισμό επιτοκίων κλπ. Για κάτι τέτοιο , δε φτάνει ο χώρος ενός άρθρου , οπότε δε θα το κάνω.

Ο τίτλος αποτελείται από τρεις λέξεις. Τρεις λέξεις που «σηκώνουν» πολλή κουβέντα. Πάμε λοιπόν. Υπάρχουν (προς το παρόν) δύο συστήματα συνταξιοδότησης.

Το αναδιανεμητικό και το κεφαλαιοποιητικό.

Το αναδιανεμητικό διέπεται από την αρχή της ισότητας(ή μιας αναλογίας) του εισοδήματος των εργαζομένων με αυτό των συνταξιούχων. Το κεφαλαιοποητικό βασίζεται στην κεφαλαιοποίηση και επένδυση των εισφορών. Στο αναδιανεμητικό η ισότητα εγγυάται από την κυβέρνηση. Στο κεφαλαιοποιητικό δεν υπάρχει αντίστοιχη εγγύηση.

Εδώ λοιπόν κρύβεται ο πρώτος μύθος που συνεχώς ακούμε : «Φυσικά και θέλω μεγάλη σύνταξη και εφάπαξ !Δικά μου λεφτά είναι , τόσα χρόνια πληρώνω εισφορές!»

Τα χρήματα που μπαίνουν κάθε μήνα στο τραπεζικό λογαριασμό κάθε συνταξιούχου , δεν είναι μόνο από δικές του εισφορές και δεν αποτελούν απόδοση δικής του επένδυσης . Η κυβέρνηση που εγγυάται την ισότητα «επιδοτεί» τη σύνταξη μέσω του προϋπολογισμού , από τους φόρους που εισπράττει.

Ας δούμε ένα παράδειγμα :

Ας υποθέσουμε, για ευκολία, μηδενικό πληθωρισμό . Δηλαδή καμία αύξηση επιπέδου τιμών , στην ουσία καμία απώλεια της αξίας του χρήματος.

Ας πάρουμε έναν ασφαλισμένο του ΟΑΕΕ , ο οποίος πληρώνει 700 ευρώ το δίμηνο. Απ’ αυτά τα 30 αφορούν έξοδα λειτουργίας του ταμείου. Άρα καθαρά ασφάλιστρα 670 ευρώ. Δηλαδή 335 ευρώ το μήνα, τα οποία αφορούν 62% τον κλάδο συνταξιοδότησης και 38% την υγεία. 335*68%=228 ευρώ το μήνα για σύνταξή του.

Έστω λοιπόν πως ασφαλίζεται στα 22 του και πληρώνει στην ώρα τους όλες τις εισφορές του. Μετά από 35 χρόνια «βγαίνει» στη σύνταξη. Με προσδόκιμο ζωής τα 80 έτη θα παίρνει σύνταξη για 23 έτη.

Έχει μαζευτεί λοιπόν στον «κουμπαρά» του ένα ποσό. Αν το ποσό που αποταμίευε του απέδιδε ΚΑΘΕ χρόνο 2,5% και συνεχίσει να του αποδίδει για ΚΑΘΕ χρόνο που θα παίρνει σύνταξη επίσης 2,5 % η σύνταξη που δικαιούται βάσει των καταβολών του είναι 728 Ευρώ. Μιλάμε λοιπόν για 58 συνεχόμενα έτη με κέρδη 2,5% κάθε χρόνο.

Είναι κατανοητό πως αυτό σπάνια θα επιτευχθεί. Τι θα γίνει αν για 7 χρόνια(1/9 φορές περίπου ) η απόδοση του κεφαλαίου του είναι αρνητική ? (π.χ -2,5%) Το ποσό της σύνταξης τότε θα είναι 527 ευρώ!!! Αυτά τα ποσά μπορείτε εύκολα να τα ελέγξετε μέσω excel .

Και δεν ασχοληθήκαμε καθόλου με το εφάπαξ ή με ταμεία που πληρώνουν 700 ευρώ όλο το χρόνο για σύνταξη και περίθαλψη!!!!

Εδώ λοιπόν έρχεται η κεντρική κυβέρνηση και επιδοτεί τη σύνταξη μέσω του προϋπολογισμού και των φόρων . Σε περιόδους όμως «κρίσης» όπου το Α.Ε.Π (το συνολικά παραγόμενο προϊόν-αποτέλεσμα μιας χώρας στη διάρκεια του έτους) φθίνει (άρα οι φόροι θα μειωθούν) η επιβάρυνση γίνεται αναλογικά μεγαλύτερη (δηλ. χρειάζονται νέοι φόροι –τέλη – έκτακτες εισφορές -όπως και να τα πουν το ίδιο αποτέλεσμα έχουν!!)

Αυτά ως μια αρχική τοποθέτηση. Όρεξη να υπάρχει και χρόνος και θα επανέλθω στο ζήτημα . Ευχαριστώ για το χρόνο σας.

Υγ. Ό,τι δε μπορεί να πληρωθεί δε θα πληρωθεί.

Share on Facebook3Tweet about this on TwitterShare on Google+0Email this to someone
 
 

2 Σχολια

  1. Δημήτρης

    Συγχαρητήρια για το άρθρο κ. Σταθάτε.
    Το πρόβλημα είναι ότι απο το ’10 και με 3 μνημόνια στην πλάτη, σκίσαμε το νέο εργαζόμενο 1α και κύρια, και χαιδέψαμε ελάχιστα και σταδιακά τους παλαιούς εργαζομένους, τους συνταξιούχους και όλο το ΝΠΙΔ του δημοσίου (και τους εκτος ενιαίου μισθολογίου που είναι η πλειοψηφία).
    Με λίγα λόγια: Χαιδέψαμε την πελατεία δεκαετιών (ΝΔ-ΠΑΣΟΚ), σκίσαμε όλες τις γενιές κάτω των 40 και απ” ότι φαίνεται συνεχίζουμε με τα ίδια μυαλά…

    Απάντηση

Αφήστε το σχόλιό σας

Το email σας δεν θα δημοσιευτεί.