της Σοφίας Μάνιου, μέλους του Δ.Σ. του Συνδέσμου Φιλολόγων Ναυπακτίας

maniouΟ πανηγυρικός των επετειακών εκδηλώσεων της 25ης Μαρτίου 2015 στη Ναύπακτο.

Σεβασμιότατε Μητροπολίτη Ναυπάκτου και Αγίου Βλασίου, κ.κ. Ιερόθεε,

Αξιότιμε Δήμαρχε Ναυπακτίας, κύριε Λουκόπουλε,

Εκλεκτοί εκπρόσωποι της Εκκλησιαστικής, Πολιτικής και Πνευματικής Ηγεσίας του τόπου μας,

Κυρίες και κύριοι,

Αγαπητοί μαθητές,

            Έρχονται στιγμές στην ιστορία που οι λαοί μετρούν το μπόι τους και πρέπει να σταθούν στο ανάστημά τους. Έρχονται στιγμές που οι καιροί τους καλούν να αγωνιστούν για την ελευθερία, τα δίκαια και την αξιοπρέπειά τους. Στη δύσκολη στιγμή που βιώνει σήμερα η πατρίδα μας, η επέτειος της 25ης Μαρτίου του 1821 φορτίζεται με περίσσιο ηθικό βάρος. Κάθε μέρα σαν τη σημερινή, ζωντανεύει η μνήμη του λαού μας κι ανασκαλεύει άθλους  προγονικούς που φιλοτίμησαν το έθνος μας και του έδωσαν υπόσταση, αξιοπρέπεια και περηφάνια. Η ιστορική μνήμη αναζωογονεί την εθνική αυτοεκτίμηση. Προβάλλει πρότυπα και αξίες προγονικές. Νουθετεί και παραδειγματίζει. Διδάσκει. Υπενθυμίζει τις εθνικές υποθήκες. Σφυρηλατεί την εθνική συνείδηση. Και σήμερα είναι αδήριτη όσο ποτέ η  ανάγκη της ιστορικής μνήμης, προκειμένου να αγωνιστούμε για μια νέα εθνική παλιγγενεσία.

            Η 25η Μαρτίου ως ημέρα έναρξης του Αγώνα για την εθνική μας απελευθέρωση, ορίστηκε και συνδέθηκε στη συλλογική μας μνήμη με τον Ευαγγελισμό, τη μεγάλη αυτή γιορτή της Χριστιανοσύνης.  Το χαρμόσυνο άγγελμα της ελευθερίας και της ανάστασης του Ανθρώπου με την έλευση του Χριστού, ταυτίστηκε στη συνείδησή μας με το χαρμόσυνο άγγελμα της ελευθερίας και της ανάστασης του Γένους των Ελλήνων, μετά το Γολγοθά και τη σταύρωσή του εκείνο το Μάη του 1453. Ακούσαμε στο απολυτίκιο: «Σήμερον της σωτηρίας ημών το Κεφάλαιον, και του απ’ αιώνος μυστηρίου η φανέρωσις».  Ο Ευαγγελισμός της Θεοτόκου έκλεισε το κεφάλαιο της σκλαβιάς στην αμαρτία και η κήρυξη της Επανάστασης έκλεισε το κεφάλαιο της σκλαβιάς στη βαρβαρότητα.

            Για αιώνες ολόκληρους βασανιζόταν η ψυχή του ελληνισμού, αλλά δεν έβγαινε. Υπέφερε τη σκλαβιά και την ταπείνωση, έσκυβε το κεφάλι, αλλά δεν ξεχνούσε. Οι θρύλοι και τα παραμύθια, τα έθιμα, οι κοινωνικοί θεσμοί, η γλώσσα κι η Ορθοδοξία κρατούσαν στη ζωή την ψυχή της φυλής μας καθ’ όλους εκείνους τους σκλαβωμένους αιώνες. Ο πόθος της λευτεριάς σιγόκαιγε τα σωθικά των υπόδουλων Ελλήνων, ωστόσο η φλόγα της επανάστασης άναψε με τους αγώνες και τις θυσίες πνευματικών ανθρώπων που γνώριζαν καλά πως η παιδεία είναι το κυριότερο όπλο στη μάχη που έπρεπε να δώσει το Έθνος για την ύπαρξη και την ελευθερία του.

             Ο Νεοελληνικός Διαφωτισμός, πνευματικό κίνημα που στόχευε στο Φωτισμό του Γένους, έπαιξε καθοριστικό ρόλο στη διαμόρφωση της εθνικής συνείδησης των Ελλήνων και στην προπαρασκευή του Αγώνα. Η παιδεία θα βοηθούσε τον υπόδουλο ραγιά να ενημερωθεί για τις πολιτικές εξελίξεις στην Ευρώπη και να γνωρίσει τα Δίκαια του Ανθρώπου που προβάλλονταν από τις νέες φιλοσοφικές θεωρίες του Ευρωπαϊκού Διαφωτισμού. Η παιδεία θα βοηθούσε τον υπόδουλο ραγιά να πιστέψει στη δύναμη της λογικής και του ελεύθερου πνεύματος και να μη σκύβει παθητικά την κεφαλή σε όσους σκοταδιστές υπαγόρευαν την εθελοδουλία του. Η παιδεία θα βοηθούσε τον υπόδουλο ραγιά να γνωρίσει την ιστορία των αρχαίων προγόνων του, τους ένδοξους αγώνες και τον πολιτισμό τους, να νιώσει περήφανος για την καταγωγή του, να σηκώσει το ανάστημά του και να παλέψει για το δίκιο του.

            Ο Κοσμάς ο Αιτωλός με τις περιοδείες του στη βορειοδυτική Ελλάδα και στα νησιά του Ιονίου αγωνιζόταν για την ανάσχεση του εξισλαμισμού και τη διάδοση της ελληνικής παιδείας ως μέσου ενίσχυσης της ορθοδοξίας. Λένε πως κουβαλούσε έναν ξύλινο σταυρό στην πλάτη, που τον έστηνε στο πιο ψηλό σημείο του τόπου όπου έφτανε και συμβούλευε με θέρμη τους Έλληνες που συγκεντρώνονταν γύρω του να ιδρύσουν σχολεία, να μαθαίνουν τα Ελληνόπουλα την ελληνική γλώσσα, να στερεώσουν μέσα τους την ορθόδοξη πίστη και να προετοιμαστούν για την Απελευθέρωση του Γένους.

«Διά των σχολείων θα φωτισθεί το Γένος, θα κατανοήσει τα Ιερά Γράμματα, θα εμμείνει στην πίστη του, θα ανακαλύψει το μεγαλείο του παρελθόντος του, θα αρχίσει να προβληματίζεται και τέλος να οικοδομεί το μέλλον», τους έλεγε.

                        Στο Φωτισμό του Γένους αφιερώθηκε και ο Ρήγας ο Βελεστινλής, η πλέον εμβληματική μορφή του Νεοελληνικού Διαφωτισμού και από τους πρωτομάρτυρες της Εθνεγερσίας. Ταυτόχρονα διανοούμενος και πολιτικός ακτιβιστής, κοσμοπολίτης διαφωτιστής και ένθερμος πατριώτης, υπογράμμισε τη σημασία της παιδείας,  γιατίμόνον «όποιος ελεύθερα συλλογάται, συλλογάται καλά» και «εκ των γραμμάτων γεννάται η προκοπή με την οποίαν λάμπουν τα ελεύθερα έθνη». Διακήρυξε τα «Δίκαια του Ανθρώπου», τονίζοντας πως το πλέον ιερόν από όλα τα δίκαιά του και απαραίτητον από όλα τα χρέη του είναι να αρπάζη τα άρματα και να τιμωρή τους τυράννους του.

            Κι οι Έλληνες έτσι, καθώς φωτίστηκαν και ένιωσαν μέσα τους το πνεύμα της ελληνικής ψυχής,  πήραν τα άρματα… τα λιγοστά. Με ό, τι είχε πολεμούσε ο καθένας. Και τα υπάρχοντά τους διέθεσαν για τον Αγώνα. Τα λιγοστά. Και ρίχτηκαν σύσσωμοι  στον κοινό αγώνα, μονιασμένοι, σαν αδέλφια, όπως μαρτυρεί ο γέρος του Μωριά, στην ομιλία του στην Πνύκα.

            «Όταν αποφασίσαμε να κάμομε την Επανάσταση, δεν εσυλλογισθήκαμε, ούτε πόσοι είμεθα, ούτε πως δεν έχομε άρματα, ούτε ότι οι Τούρκοι εβαστούσαν τα κάστρα και τας πόλεις, ούτε κανένας φρόνιμος μας είπε: «Που πάτε εδώ να πολεμήσετε με σιταροκάραβα βατσέλα;», αλλά , ως μία βροχή, έπεσε σε όλους μας η επιθυμία της ελευθερίας μας, και όλοι, και οι κληρικοί, και οι προεστοί, και οι καπεταναίοι, και οι πεπαιδευμένοι, και οι έμποροι, μικροί και μεγάλοι, όλοι εσυμφωνήσαμε εις αυτό το σκοπό και εκάμαμε την Επανάσταση».

            Κι όσο αυτός ο σκοπός φλόγιζε τις καρδιές όλων και υπήρχε ομοψυχία, κατήγαγαν τις λαμπρές νίκες  στην Αλαμάνα, στη Γραβιά, στην Τρίπολη και στα Δερβενάκια. Ο επαναστατικός άνεμος είχε την ορμή, τη δύναμη και τη σκληρότητα της θείας Δίκης που έρχεται να συντρίψει την αλαζονεία, την ύβρι των τυράννων. Την αδικία.  Στο ξέσπασμα της επανάστασης, στην Άρτα, ο Μακρυγιάννης άκουσε έναν μπέη να λέει στους συντρόφους του:«Πασάδες και μπέηδες, θα χαθούμε! Θα χαθούμε! […] Ότι ετούτος ο πόλεμος δεν είναι μήτε με το Μόσκοβο, μήτε με τον Εγγλέζο, μήτε με τον Φραντσέζο. Αδικήσαμε το ραγιά και από πλούτη και από τιμή και τον αφανίσαμε. Και μαύρισαν τα μάτια του και μας σήκωσε το ντουφέκι…». (Β’24).

 Το άδικο, επομένως, το παραδέχτηκε κι ο εχθρός ακόμη:

«Θα χαθούμε γιατί αδικήσαμε».

            Όσο, λοιπόν,  το επαναστατημένο έθνος  είχε ως σύμμαχο τη  θεία δίκη και όπλα του την ομοψυχία και την αυτοθυσία, τα δυο πρώτα χρόνια του Αγώνα, δηλαδή, θριάμβευε. Όταν, όμως,  παρεισέφρησε το άδικο και στις τάξεις των Ελλήνων, ο ανταγωνισμός για τη νομή της εξουσίας, η αρχομανία, η ιδιοτέλεια κι η δολερή Διχόνοια με το λαμπερό της σκήπτρο,  η Επανάσταση γνώρισε τραγικές στιγμές.

            Ο εμφύλιος πόλεμος αποσυντόνισε τον Αγώνα των Ελλήνων και έφθειρε τις λιγοστές δυνάμεις τους. Αντί να πολεμούν τους Τούρκους πολεμούσαν μεταξύ τους. Φυλακίστηκε ο Κολοκοτρώνης, δολοφονήθηκε ο Ανδρούτσος… Χωρίς όπλα και χρήματα, οι ηγέτες των κυβερνήσεων κατέφυγαν στον εξωτερικό δανεισμό. Για τα δάνεια υποθήκευσαν τα εθνικά κτήματα, που έμειναν ακαλλιέργητα, τη στιγμή που ο λαός πεινούσε. Και τα χρήματα των δανείων… εξανεμίστηκαν άμεσα. Κατασπατάληση, κομματική διαχείριση, διορισμοί ημετέρων, καταχρήσεις, μίζες και προμήθειες για την αγορά σαπιοκάραβων.

         Στράφηκαν και στην επαιτεία της ξενικής προστασίας. Κι άνοιξαν έτσι το δρόμο στις Μ. Δυνάμεις να επέμβουν ρυθμιστικά, και να κρύψουν επιμελώς πίσω από το φιλελεύθερο και φιλελληνικό προσωπείο τους, τα συμφέροντα της οικονομικής εκμετάλλευσης και της πολιτικής υποτέλειας των Ελλήνων.

            Γιατί σας τα λέω όλα αυτά;  Γιατί να σας θυμίσω σήμερα τις μελανές πτυχές της Επανάστασης; Πρώτα, γιατί μας θυμίζουν πολύ νωπά «οικεία κακά» και η ιστορική μνήμη οφείλει με το φως της αλήθειας της να  καταδείξει  τα σφάλματα της φυλής μας και να μας νουθετήσει. Κι ύστερα, γιατί θαρρώ πως οι μελανές σελίδες της Ιστορίας της Επανάστασης του 1821, αντί να αμαυρώνουν, λαμπρύνουν περισσότερο, με θείο φως, τον ιερό Αγώνα του λαού μας. Του πλήθους των φτωχών, των πεινασμένων και αμόρφωτων Ελλήνων που σε πείσμα των Καιρών, στάθηκαν αντιμέτωποι και στην αρχομανία και στην ιδιοτέλεια και στο φατριασμό των καιροσκόπων πολιτικών, αγνόησαν την προδοσία των αδελφών τους, και με θερμή πάντα προσήλωση της αγνής ψυχής τους στην Ελευθερία του Έθνους,  θυσιάστηκαν γι’ αυτό. Μιλώ για την ολόμαυρη ράχη των Ψαρών, της Κάσου και της Χίου. Μιλώ για τον περήφανο Νικηταρά που αρνήθηκε τα λάφυρα της Τριπολιτσάς, ενώ τα παιδιά του πεινούσαν. Μιλώ για τη μετάνοια και την αυτοθυσία του Παπαφλέσσα και των παλικαριών του στο Μανιάκι. Μιλώ για την Ψωροκώσταινα, εκείνη τη ζητιάνα που προσέφερε το μοναδικό της γρόσι στον έρανο που γινόταν για το μαρτυρικό Μεσολόγγι. Μιλώ για τους Ελεύθερους Πολιορκημένους, τους αποκαμωμένους αγωνιστές, τους γέρους και τα γυναικόπαιδα, που «με γλυκιά κι ελεύθερη ψυχή σα να’ τανε βγαλμένη, υψώναν με χαμόγελο την όψη τη φθαρμένη» και  με την ηρωική τους έξοδο κατασφάχτηκαν, αλλά η ψυχή τους παρέμεινε αδούλωτη, ελεύθερη και περήφανη. Και έγιναν σύμβολο και αιώνιο και πανανθρώπινο. Τη μνήμη αυτών των ανθρώπων τιμούμε σήμερα, που με το αίμα τους πότισαν το δέντρο της ελευθερίας.

            Και συνέχισαν να το ποτίζουν με αίμα, ανώνυμοι κι επώνυμοι, όπως ο αδικοχαμένος Καποδίστριας, μέχρι να δικαιωθεί ο δεκαετής Αγώνας τους και να τερματιστεί επισήμως με τη Συνθήκη της Κωνσταντινούπολης, τον Ιούλιο του 1832. Μπορεί να είναι αλήθεια ότι σ’ αυτήν την ανεξαρτησία υπήρξε καθοριστική η συμβολή των Μεγάλων Ευρωπαϊκών Δυνάμεων. Ωστόσο, είναι επίσης αλήθεια ότι την Ανεξαρτησία δε μας τη χάρισε κανείς. Την κερδίσαμε κυριολεκτικά με το σπαθί μας. Και την πληρώσαμε πολύ ακριβά, γιατί έρρευσαν ποταμοί αίματος.

            Ίσως αυτός ο Αγώνας να μην δικαιώθηκε ανάλογα με τα οράματα και τις προσδοκίες των προγόνων μας… Με το τυραννικό καθεστώς της Βαυαροκρατίας… Με τρεις Δυνάμεις που μας πούλησαν προστασία, για να ελέγχουν την εσωτερική και εξωτερική μας πολιτική… Καταχρεωμένοι και εξαθλιωμένοι… Με τους αγωνιστές στη φυλακή… Και τον περήφανο Νικηταρά, ζητιάνο… Δε νομίζω πως αυτό ακριβώς ήταν το όραμα του Ρήγα. Ναι μεν απαλλαχθήκαμε απ’ το ζυγό του Τούρκου, καταλάβαμε, όμως, πως είναι πολλοί οι Τούρκοι που απειλούν την ελευθερία μας. Κι έτσι συνέχισε ο λαός μας και θυσίες να κάνει και το αίμα του να χύνει.

            Γιατί ο αγώνας για την ελευθερία δε γνωρίζει ανάπαυση. Ακόμη κι όταν νομίζουμε πως την έχουμε κατακτήσει, πάντα θα υπάρχουν επίβουλοι σφετεριστές. Και πάλι θα πρέπει να τη διεκδικήσουμε. Πάντα ανοιχτά, πάντα άγρυπνα  να είναι τα μάτια της ψυχής μας, αν θέλουμε να γευόμαστε τους καρπούς της.

            Και σ’ αυτόν τον αδιάκοπο αγώνα, ας έχουμε ποδηγέτη την ιστορική μας μνήμη. Και την Ελληνική Παιδεία. Αυτή είναι η ψυχή του λαού μας και ο θεματοφύλακας όλων των αξιών μας. Η Ελληνική Παιδεία. Είναι το «Εἷς οἰωνός ἄριστος, ἀμύνεσθαι περί πάτρις» του Ομήρου. Είναι το «Ἴτε, παῖδες Ἑλλήνων, ἐλευθεροῦτε Πατρίδα» του Αισχύλου. Ο Θούριος του Ρήγα. Το «θέλει αρετήν και τόλμην η ελευθερία» του Κάλβου. Ο «έρωτας του Καλού», «ο λογισμός και το όνειρο» του Σολωμού. Είναι το «Ελευθερία ή Θάνατος» των Αγωνιστών του’ 21.

             Ας δεχτούμε με σύνεση τη φωνή της. Έχει να μας αφηγηθεί πολλά για τη δύναμη της  εθνικής ομοθυμίας, για τα δίκαια του Ανθρωπισμού και για τον ατελεύτητο αγώνα της Ελευθερίας.

Συμπολίτες μου,

            Στους δύσκολους καιρούς που ζούμε, στο σημερινό αγώνα του έθνους μας για επιβίωση και ελευθερία, ας την αφήσουμε να φυσήσει μέσα μας το πνεύμα του ελληνισμού και να μας οδηγήσει σε μια νέα εθνική παλιγγενεσία.  Είναι ο καλύτερος τρόπος, για να τιμήσουμε τη μνήμη των ηρώων μας.

            Η Επανάσταση του 1821 και η Παλιγγενεσία των Ελλήνων, όπως αρχικά υπογράμμισα,  άρχισε με το Νεοελληνικό Διαφωτισμό. Η Παιδεία έφερε την ελευθερία. Αν θέλουμε, επομένως, να επιβιώσουμε ως έθνος και να υψώσουμε το ανάστημά μας περήφανα και ισότιμα πλάι στους άλλους λαούς, πρέπει να συνειδητοποιήσουμε ότι ο Φωτισμός του Γένους με την  αναζωογόνηση  της πίστης στην Ελληνική Ανθρωπιστική Παιδεία είναι το υψηλότερο ιδανικό και το πρώτιστο χρέος  μας. Πονεμένη ευχή, πικραμένο παράπονο και απεγνωσμένη κραυγή στα χείλη όλων μας είναι «Να Ζήσει το Ελληνικό Έθνος»! Και θα ζήσει! Αρκεί να έχουμε πάντα κατά νου ότι  το χρέος για το οποίο σας μίλησα –σε αντίθεση με άλλα- ούτε κουρεύεται ούτε διαγράφεται…

Σας ευχαριστώ.

της Σοφίας Μάνιου, μέλους του Δ.Σ. του Συνδέσμου Φιλολόγων Ναυπακτίας

Share on Facebook0Tweet about this on Twitter2Share on Google+0Email this to someone
 
 

Αφήστε το σχόλιό σας

Το email σας δεν θα δημοσιευτεί.